Τρίτη 23 Απριλίου 2013

The Cellar by House of Liquid - Chivalry




Η Εμφάνιση του ταχυδρόμου στην πόρτα του γραφείου μου, ήταν από τις πιο ευχάριστες εκπλήξεις που θα μπορούσα να έχω. Παρέλαβα το δεματάκι και μόλις ψηλάφισα τα μπουκάλια, ανακουφίστηκα. Μπήκα στον πειρασμό να τα μυρίσω, αλλά δεν το έκανα. Θα περίμενα να φτάσω σπίτι. Πράγμα το οποίο και έγινε. Μετά από ένα πλούσιο γεύμα, καθάρισα τους κάλυκές μου με στοματικό διάλυμα, πήρα έπ’ ώμου τα συμπράγκαλα μου και έβαλα μπρος τη δοκιμή.
Τα μπουκάλια πρέπει να πω ότι δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο, μια που φαντάζομαι ότι η επίσημη συσκευασία δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμα. Ένα κλασικό μπουκαλάκι E baron με μία πρόχειρη ετικέτα Chivalry 6mg. Το χρώμα του υγρού, θυμίζει έντονα το όνομα στο οποίο παραπέμπει το περιεχόμενο. Ουίσκι. Οι γνώστες του μαγικού αυτού ποτού, θα προχωρήσουν ένα βήμα παραπάνω και θα πούν ότι πρόκειται για χρώμα ενός απλού blended ουίσκι της σειράς, αλλά αυτοί είμαστε λίγοι έτσι κι αλλιώς. Ανοίγοντας το μπουκαλάκι, στην αρχή απογοητεύτηκα. Η μυρωδιά, παρέπεμπε σε κάτι καπνιστήρια ρέγγας, εκεί που ο καπνός από ξύλο οξιάς ξεραίνει το ψάρι, και το τελικό αποτέλεσμα δεν με ενθουσιάζει. Τη λατρεύω τη ρέγγα, αλλά αυτός ο συνειρμός σε συνδυασμό με το όνομα Chivalry που παραπέμπει σε ένα από τα αγαπημένα μου everyday specials, με χάλασε. Δευτερόλεπτα μετά όμως, άρχισαν να ξυπνάνε κάποιες μνήμες μου που τις είχα βαθιά θαμμένες και ξεχασμένες. Η μυρωδιά άρχισε να γίνεται γνώριμη. Peat. Ελληνιστί, λάσπη οργανικών υλικών. Σας ήρθε κάπως? Τότε προφανώς, δεν είστε και πολύ του single malt. Θα εξηγήσω παρακάτω. Με την ελπίδα της ίδιας γεύσης με τη μυρωδιά, προχώρησα στη δοκιμή. Το υγρό πολύ ρευστό, καμία σχέση με ότι άλλα HoL έχετε και έχω δει. Νεράκι μπήκε στη σύριγγα, νεράκι και στους ατμοποιητές.
  1) Τ3. Για αρχή, τον φόρεσα στο Lava, ανέβασα τα βολτ στα 4.2 και… έλαβα μία από τις πιο περίπλοκες τζούρες που έχω τραβήξει ποτέ! Θεωρώ ότι η PG υπερισχύει σε αναλογία, γιατί το ντουμάνι σαφώς μειωμένο. Η είσοδος του ατμού στη μύτη, άφηνε περίεργα αρώματα, τύρφη στην αρχή και όσο ζεσταινόταν έδινε κάτι σε καμένο καφέ. Η νότες του ξύλου, παρούσες σε όλη τη διαδικασία, αλλά η καπνίλα των κλασσικών καπνικών του κατασκευαστή, είχε μετριαστεί κατά πολύ. Ανέβασα τα βολτ στα 4.4 και προσπάθησα επί ώρα να ταυτοποιήσω τις γεύσεις και τις μυρωδιές. Σε κάποιες φάσεις, θα ορκιζόμουν ότι αναγνώρισα και τη χαρακτηριστική μυρωδιά από λαχανάκι Βρυξελλών. Αλλά τελικά εξελισσόταν στη χαρακτηριστική μυρωδιά του peat. Το χτύπημα, αντιπροσωπευτικό για ένα φυσιολογικό 6ρι υγρό, ήπιο και όσο ακριβώς πρέπει. Και οι καπνιστές γεύσεις έντονες και crisp που λένε και οι «σύμμαχοι». Μου θύμισε πολύ το παμμέγιστο Guevara Reserve, αλλά εδώ δεν έχει γλυκάδα. Δυστυχώς ούτε τόσο έντονη την κάπνα που περιμένεις ακούγοντας House of Liquids. Πήρα τον Τ3 και τον βίδωσα στο Νο. 1, βάζοντας τα βολτ αμέσως στα 5. Το αρκετά ρευστό υγρό δεν είχε κανένα πρόβλημα να τροφοδοτήσει τα φυτίλια, ο ατμός ζέστανε και παρά τα πολλαπλάσια βατ, η γεύση έμεινε σταθερή. Το peat ακόμα  πιο έντονο, ιδιαίτερα όταν άφηνα ατμό να ξεφύγει από το στόμα και να μπει στη μύτη μου. Ο ατμός πολύ πλούσιος και γευστικός. Δοκίμασα και στα 6 βολτ αλλά πλέον δεν μπορούσε να δώσει γεύση. Τίποτα παραπάνω από ένα πλούσιο και καυτό ντουμάνι, αφού όλα τα αρωματικά μόρια τσουρουφλίστηκαν στα πολλά βατ.
2) Μετά από ένα μλ σκέτη βάση να καθαρίσουμε, πέρασα σε φάση κάρτο και τανκ. Γέμισα εύκολα το κάρτο, καθώς όπως είπα και πριν το υγρό είναι αρκετά ρευστό, και το φόρεσα στα 4 βολτ του Νο.1. Περίμενα έκρηξη γεύσης, αλλά δεν ήρθε. Αυτό οφείλεται κατά τη γνώμη μου στην έλλειψη της βαριάς καπνικής γεύσης που θα περίμενε κανείς από το υγρό. Τα κάρτο είναι γνωστό ότι κάποιες γεύσεις τις αποθεώνουν, αυτή σίγουρα δεν είναι μια από αυτές. Αντιθέτως, έκανε έντονη την εμφάνισή του ένα στοιχείο το οποίο μόνο υποψία άφηνε στον Τ3, η γλυκάδα και οι νότες καμένης καραμέλας. Και το θέμα είναι ότι στον συνδυασμό καπνιστού, ξύλου και ελαφριάς καπνίλας, η γλυκάδα είναι παρείσακτος. Το χτύπημα δεν αυξήθηκε και μιας και τα κάρτο μου είναι διπλοτρυπημένα, απέκτησα και μια διαρροή περιποιημένη, τόσο που νευρίασα και το κάρτο απορρίφθηκε συνοπτικά.
3) Άλλη μία και τελευταία απόπειρα, ήταν το dripping. Ανέβασα το Cisco στο Lava, 3.8 βολτ, έσταξα και τράβηξα. Σχεδόν καμία διαφορά με τον Τ3. Αρκετές σταγόνες μετά η γνώμη παρέμεινε η ίδια. Ίσως η αραίωση να μην «κολλάει» με τη νοοτροπία του dripping, και έτσι αισθάνθηκα μειωμένο χτύπημα και υπερβολικά ζεστό ατμό, ακόμα και για dripping. Το ντουμάνι του εδώ ήταν αρκετά έντονο βέβαια, και η γλυκάδα αρκετά χαμηλά.

Συμπέρασμα: είναι ένα υγρό μυστηριώδες. Ότι πρέπει για παιχνίδι του στυλ «βρες τη γεύση». Αν δεν είσαι υποψιασμένος από πριν, δύσκολα θα καταλάβεις περί τίνος πρόκειται. Η επίγευση του αφήνει κάποιες νότες από τελειώματα ουίσκι, αλλά αν περιμένετε να ατμίσετε αυτό το υγρό και να λάβετε συνδυασμό πούρο με έντονη γεύση ουίσκι, τότε δεν νομίζω ότι θα χαρείτε. Ευχάριστο και μεστό υγρό, το οποίο ταιριάζει και με καφέ, και πιστεύω ότι αξίζει για όλες τις ώρες της μέρας. Όχι όμως για ολοήμερη χρήση. Μετά το 4ο ml αρχίζει και γίνεται ευχάριστα κουραστικό και σου δίνει το αίσθημα που θα ήθελες να έχεις λίγο πριν πέσεις για ύπνο. Ένα αίσθημα που σίγουρα δεν θες να το νιώσεις στα ¾ της μέρας, εισπράττοντας μετά απογοήτευση. Ίσως με ένα καλό ποτό να αναδειχτεί παραπάνω, αλλά αυτό θα το ψάξω άλλη στιγμή. Μου έφερε στο μυαλό το εξής: σαν φοιτητής στην Αγγλία, εδώ και μπόλικα χρόνια, και σαν λάτρης του ουίσκι, πήγα φυσικά να προσκυνήσω στο αποστακτήριο στη Strathisla. Εκεί μας έδωσαν να δοκιμάσουμε ένα απόσταγμα το οποίο δεν κυκλοφορεί στο εμπόριο, και παράγεται από απόσταξη του peat, της ξύλινης λάσπης που μένει στο βαρέλι μετά από 12+ χρόνια ωρίμανσης κάθε malt, κάθε ανεξάρτητου ουίσκι δηλαδή που μπαίνει στη τελική συνταγή. Έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε αλκοόλ και έντονη τη γεύση ξύλου. Το λένε «η ψυχή του ουίσκι» ή του βαρελιού, και μάλιστα θυμάμαι την έκπληξη του ξεναγού όταν ζήτησα και δεύτερο, ενώ όλοι οι υπόλοιποι «λάτρεις» δεν μπόρεσαν να πιουν δεύτερη γουλιά. Η γεύση από αυτό το απόσταγμα, που δεν θα την ξεχάσω ποτέ, μου ήρθε αρκετές φορές στο μυαλό ατμίζοντας το Chivalry. Θα το ατμίσω ξανά πολύ ευχάριστα, όχι όμως σε κάρτο, και όσοι τα πάνε καλά με τις έντονες νότες και τη στυφάδα του καπνιστού, θα το ατμίσουν και αυτοί ευχάριστα. Μπορεί να μην το προσκύνησα, αλλά σίγουρα ακολουθεί τα μέχρι στιγμής πετυχημένα βήματα του κατασκευαστή του. Το 89/100 που του βάζω, είναι αυστηρό, αλλά είναι ένα υγρό που δεν απευθύνεται στο μέσο ατμιστή, και έτσι το βαθμολόγησα. Έχει εξειδικευμένη γεύση, την οποία πολύ φοβάμαι ότι περισσότεροι θα μισήσουν παρά θα αγαπήσουν. Μου άρεσε το μπέρδεμα και περίεργη πλοκή στην οποία παραπέμπει, όπως μου άρεσε και το ξεδίπλωμα της έντονης γεύσης του peat. Αλλά εγώ είμαι ένας άνθρωπος με λατρεία στο καλό ουίσκι, πολύ περισσότερο στα ιδιόμορφα Speyside Single Malt. Ποτά τα οποία δεν πίνονται έξω και δεν πίνονται σε ποσότητα. Ποτά τα οποία θα βάλεις μόνος σου, στο τζάκι, και θα το απολαύσεις όπως δεν θα καταλάβουν πολλοί. Ένα καταπληκτικό του προσόν, είναι ότι βάζοντας σκέτη βάση μετά στον Τ3, τα υπολείμματα έδωσαν μία εξαιρετική καπνίλα, τόσο που κοιτούσα και ξανακοιτούσα τη βάση μου να σιγουρευτώ ότι είναι η συνήθως γλυκιά mist. Θα παρομοιάσω την πιθανότητα να αρέσει σε κάποιον με το marmite. You either love it or hate it, είναι το κεντρικό προωθητικό σλόγκαν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου